Ένα ρομαντικό νεανικό ποίημα 
του Ρώσου ποιητή Μιχαήλ Γιούριεβιτς Λέρμοντοφ 
γραμμένο μόλις σε ηλικία 17 χρονών.

Ένα μοναχικό πανί , Μ. Λέρμοντοφ (μτφρ. – απόδοση: Ranele)

Μες στης θαλάσσης τη γαλανή αχλύ
Ασπρίζει ένα μοναχικό πανί!..
Τι ψάχνει άραγε στη χώρα μακρινή;
Τι ν΄άφησε στην πατρική του γη;…

Ορθώνεται το κύμα – ο άνεμος σφυρά,
Το υψηλό κατάρτι τρίζει και λυγά …
Αλίμονο! Την τύχη του δεν αναζητά
Μήτε από την τύχη φεύγει φυσικά!

Νερό που σκίζει είναι καθάρια κυανό
Η ηλιαχτίδα πάνω του από ατόφιο χρυσό …
Και κείνο ρέμπελο ψάχνει για τρικυμία
Σάμπως στις τρικυμίες κρύβεται η ευτυχία!

1832

Δεσμώτης (απόδοση- μτφρ.: Ριζίκοβα - Ranele)

Ανοίχτε τη στενή πλατιά, 
Δότε το φως να γιάνει μάτι,
Μια μαυρομάτα κοπελιά, 
Ένα γενναίο μαύρο άτι! 
Στην όλο νιότη καλλονή 
Θα δώκω πρώτα το φιλί 
Καβάλα στη στέπα θα ριχτώ 
Σαν τον αγέρα παλαβό 

Το παραθύρι ΄ναι ψηλά  
Το φράσσει κάγκελο γερό 
Η μαυρομάτα΄ναι μακριά 
Στο αρχοντόσπιτο τρανό. 
Στον κάμπο τ΄άτι μου καλό 
Μονάχο του, με δίχως χαλινό 
Καλπάζει όλο νάζι και χαρά 
κουνώντας την αλογοουρά… 

Μονάχος, με δίχως παρηγοριά 
Ολούθε τοιχώματα γυμνά  
Ο λίχνος φέγγει αμυδρά 
Η φλόγα όσο πάει ξεψυχά  
Πίσω απ΄την πόρτα σφαλιστή 
Το βήμα αντηχεί  βαρύ 
Μες στης νύχτας την ερημιά 
΄ναι του φρουρού που δε μιλά. 


1837 


«Ο ζητιάνος»,  Μιχαήλ Λέρμοντοφ σε μτφρ.- απόδοση Ranele

Μπροστά στις πύλες του μοναστηριού
Στεκόταν ζητιανεύοντας ελεημοσύνη
ένας επαίτης αχαμνός, σχεδόν του πεθαμού
Από την πείνα, δίψα, όλος φουκαραδοσύνη.

Ζητούσε κείνος μόνο ένα ξέροκόμματό ψωμί
ενώ το βλέμμα τού φανέρωνε μεγάλο σπαραγμό ψυχής,
κι όμως ένας ευεργέτης μέσα στην παλάμη της ντροπής
μια πέτρα τού΄βαλέ ωσάν καρβέλι στρόγγυλή.

Ομοίως σου ζητιάνευα αγάπη και στοργή.
Με θλίψη χύνοντας τα δάκρυα πικρά
Ομοίως τα δικά μου συναισθήματα αγνά
από εσένα έχουν άπαξ εξαπατηθεί! 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο