Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Οκτώβριος, 2019
Εικόνα
Όσιπ Μαντελστάμ, μτφρ.-απόδοση:Ranele Ένα ποίημα-κραυγή που περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο την επιστροφή του ποιητή από τον τόπο εξορίας και τη σύντομη του παραμονή στην Αγία Πετρούπολη προτού φυλακιστεί και οδηγηθεί σε θάνατο απ΄το σταλινικό καθεστώς.  Έχω γυρίσει στην πόλη μου, γνώριμη μέχρι λυγμών, μέχρι σπασμών, μέχρι πρησμένων παιδικών (α)μυγδαλών. Μιας και έχεις γυρίσει στην προκυμαία της πόλης ξανά,   ρούφα το μουρουνέλαιο των φαναριών για να γίνεις καλά, θυμήσου γοργά τη δεκεμβριανή της πόλης μουντάδα, όπου στην ζοφερή μαυρίλα έχει προστεθεί η κροκάδα.  Πιτερμπούργκ! Δε θέλω να πεθάνω ακόμα, τ΄ακούς:     έχεις των τηλεφώνων μου αριθμούς. Πιτερμπούργκ! Έχω ακόμα τις διευθύνσεις σπιτιών          όπου θα βρω τις φωνές των νεκρών. Κρύβομαι σε μιαν σκάλα που οδηγεί στην πίσω αυλή  ενώ στο κροτάφι ένα σκουριασμένο κουδούνι διαρκώς αντηχεί, οληνύχτα καρτερώ επισκέπτες που θα΄ρθουν ξαφνικά πίσω απ΄την πόρτα χαρχαλεύοντας τη
Άννα Αχμάτοβα, μτφρ.-απόδοση: Ranele    Το δειλινό Στον κήπο οι  μουσικές υπό τη διεύθυνση μαέστρου-μάγου δονούνταν με μιαν απίστευτη της θλίψης ομορφάδα. Ανέδιδαν της θάλασσας αλμύρα και φρεσκάδα τα στρείδια στην πιατέλα με τον πάγο.   Αγγίζοντας του φουστανιού μου το υφάδι, μου' πε:   "Θα΄μαι φίλος σου πιστός!" Πόσο αλλιώτικος εναγκαλιασμός μοιάζει τούτων των χεριών το χάδι. Όπως θαυμάζουν τις αμαζόνες λυγερές, όπως χαϊδεύουν τις γάτες ή τα παραδείσια πουλιά... έτσι γελούσαν τα μάτια του τα τρυφερά κάτω απ΄ τις βλεφαρίδες χρυσαφιές. Και των βιολιών η λυπηρή φωνή ηχούσε μέσα στην υφέρπουσα αχλύ: "Τον ουρανό να΄φχαριστάς - που΄σαι επιτέλους μόνη μ΄αυτόν που αγαπάς". Μάρτιος 1913
Εικόνα
Ελεγεία, Αλεξάντρ Πούσκιν (μτφρ.-απόδοση: Ranele ) Το τέλος της νιότης ίδιο με το σχόλασμα μιας ξέφρενης γιορτής μου μοιάζει με θολούρα κατόπιν της κραιπάλης αμαρτωλής. Κι όμως η θλίψη για την περασμένη νιότη - σαν το κρασί όσο πιο παλιό τόσο πιο δυνατό - σταλάζει μέσα στην ψυχή. Ο δρόμος μου στενεύει προαναγγέλλοντας βάσανα και συμφορές και στο εξής η θάλασσα ζωής θα φέρει μόνο ταραχές. Δε θέλω, ω φίλοι, να αποθάνω, θέλω να ζω για να συλλογιέμαι και να τυραννιέμαι λεπτό-λεπτό. Το ξέρω θα υπάρξουν ακόμα οι χαρές ανάμεσα σ΄ έγνοιες, βάσανα και συμφορές: ενίοτε θα τέρπομαι απολαμβάνοντας   την αρμονία, ενίοτε θα χύνω δάκρυ διαβάζοντας καμιά μυθιστορία και ίσως ο Έρως επάνω στης ζωής τη δύση ένα στερνό χαμόγελο εμένα μου χαρίσει.
Όσιπ Μαντελστάμ, Στην καρδιά του αιώνα, μτφρ. - απόδοση: Ranele Όντας στην καρδιά του αιώνα βαδίζω στα τυφλά, και συ, χρόνε, τον στόχο αμείλικτα απομακρύνεις: και έχει κουραστεί της βακτηρίας η φλαμουριά, και έχει πρασινίσει ο χαλκός της  ελεημοσύνης.
Εικόνα
Μαρίνα Τσβετάγιεβα, "Σαν πεταλούδα..." , μτφρ. - απόδοση: Ranele Σαν πεταλούδα στη φλόγα την καυτή πετούσα τόσο απεγνωσμένα προς της αγάπης τη χώρα μαγική εκεί που θα με πουν αγαπημένη. Εκεί που κάθε καινούρια μέρα είναι μια γιορτή, εκεί που δε θα τρέμω καμιά κακοκαιρία, η χώρα της αγάπης   λατρευτή, μονάχα κει υπάρχει ευτυχία. Μα ήρθαν οι αλλιώτικοι καιροί. Ψευτιές μου αραδιάζεις δίχως συστολή. Κατάλαβα πως η αγάπη είναι επικίνδυνη νομή, όπου ο καθείς μπορεί να υποκριθεί. Δεν είναι το φταίξιμο μου, μα η συμφορά, που είμαι της αθωότητας η επιτομή. Η αγάπη αποδείχθηκε μια χώρα απατηλή, όπου όλοι επιδίδονται εις την ψευτιά. Γιατί   μπροστά σου μου βούρκωσε το μάτι και κλαίω παράταιρα γελώντας όλο αθωότης; Της αγάπης η χώρα αποδείχθηκε απάτη, όπου ο καθείς είναι προδότης. Αλλά και πάλι θα ανθίσουν οι καρδιές μέσα απ΄τα εμπόδια και συμφορές. Η αγάπη είναι μια χώρα εαρινή και μόνο κει η ευτυχία ζει.
Όσιπ Μαντελστάμ, Καρδερίνος (μτφρ.- απόδοση: Ranele) Καρδερίνε μου, θα γείρω πίσω το κεφάλι   - τον κόσμο ας κοιτάξουμε μαζί: μια χειμωνιάτικη ημέρα, σαν σκύβαλα τραχιά από σιτάρι, στο μάτι σου φαντάζει το ίδιο αποκρουστική; Ουρά-βαρκούλα, μαυροκίτρινα φτερά, με μία κόκκινη κάτω απ΄το ράμφος πινελιά, Καταλαβαίνεις τάχα τι όμορφος που είσαι, Πόσο πολύ δανδής   μου θεωρείσαι;         Τι αέρας είναι αυτός που κουβανεί στο κεφαλάκι του ψηλά - κόκκινα και μαύρα, κίτρινα, λευκά φτερά! Έχει μάτια τέσσερα μ΄αυτά και από τις δυο μεριές θωρά - Δε μού΄κανε   χατίρι - πέταξε μακριά! 9-27 Δεκέμβρη 1936
Εικόνα
Όσιπ Μαντελστάμ, Έχω χαθεί μες στα ουράνια (μτφρ.- απόδοση: Ranele) Ranele · Μαντελσταμ, Έχω Χαθεί... Τι να κάνω; - έχω χαθεί, μες στα ουράνια μόνο ίσκιοι. Πες μου εσύ, που ζεις μες στου ουρανού τ΄αγνάντι! Φευ,   πιο γρήγορα θα μου απαντούσατε εσείς, του Δάντη οι εννιά αλαλάζοντες δίσκοι. Απ΄τη ζωή δε με χωρίζει κανείς:   κι ας επιζητά να με σκοτώσει πρώτα και μετά να με ανεβάσει στα ύψη,    ώστε τις κόγχες, τα μάτια και τα αυτιά να διαπεράσει της Φλωρεντίας η θλίψη. Μη μου φοράτε, μη   μου φοράτε στην κεφαλή την δάφνινη κορώνα αιχμηρή και συνάμα ποθητή. Κάλλιο την καρδιά μου να κομματιάστε εσείς  λευτερώνοντας τα σπαράγματα της γαλανής μου κραυγής... Και όταν πεθάνω, υπηρέτης πιστός και φίλος παντοτινός όλων των ζωντανών, θα ακουστεί και χαμηλά και εις τα ύψη ασφαλώς - αντηχώντας μες στο άπνοο στέρνο - η απόκριση των ουρανών. 
Εικόνα
Θάλασσα τριφυλλιά, Αλεξάντρ Μπλοκ (μτφρ.- απόδοση: Ranele) Βούλιαζα μες στη θάλασσα τριφυλλιά,  παρέα με των μελισσών παραμύθια γλυκά. Μα οι δυνατές ριπές του Βοριά  ξύπνησαν την παιδική μου καρδιά.     💗 Με καλούσαν στο πεδίο μαχών - να παλέψω με πνοές ουρανών. με΄σπρωχναν σ΄έναν δρόμο μονό,      που΄βγαζε σ΄ένα δάσος σκιερό. Βαδίζω, σκαρφαλώνω πλαγιές και συνεχώς κοιτάζω μπροστά, εκεί, ρίχνοντας γύρω αθώες ματιές, προπορεύεται η παιδική μου καρδιά.    💗 1903
Βελιμιρ Χλέμπνικοφ, μτφρ. - απόδοση: Ρανελέ Με το που πέθανα, έβαλα τα γέλια ... Με το που πέθανα, έβαλα τα γέλια. Απλά κάτι τρανό έγινε μικρό και το μικρό - τρανό. Απλά σ΄όλα τα μέλη της συμπαντικής εξίσωσης το "συν" αντικαταστάθηκε απ΄το "πλην". Μια αόρατη κλωστή με οδηγούσε στον κόσμο τον υπαρκτό καθώς βήμα βήμα ανακάλυπτα την Οικουμένη εντός του δικού μου αιμοσφαιρίου. Εξερευνούσα τον κύριο πυρήνα της σκέψης μου σαν τους μεγαλόπρεπους ουρανούς στους οποίους υπάρχω. Η οσμή του χρόνου με συνέδεε με κείνο το έργο, για το οποίο αμφέβαλλα προτού πνιγώ απογοητευμένος απ΄την ποταπότητά του. Τώρα εκείνο τεμνόμενο από ένα σύννεφο κρεμόταν σάμπως μια πελώρια λωρίδα του ουρανού που περικλείει εντός και το πλεούμενο νεφέλωμα, και τον αιθέρα, και τα σμήνη αστεριών. Ένα σμήνος αστρικό έλαμπε σάμπως ένα ορθάνοιχτο μάτι του ατόμου. Τότε κατάλαβα ότι όλα μένουν ίδια και απαράλλαχτα κι εγώ μονάχα αντικρίζω τον κόσμο κόντρα εις το ρεύμα. Κρεμόμουν ανάπο
Σεργκέι Γεσένιν, μτφρ.- απόδοση : Ranele Γαλάζια μπλούζα. Μάτια γαλανά. Εις την καλή μου είπα ψέματα ξανά. "Να στρώσω το κρεβάτι, ν΄ανάψω τη φωτιά; - με ρώτησε εκείνη - έξω η θύελλα λυσσομανά;" Της αποκρίθηκα: "Μπα, απλώς από ψηλά απόψε μας περιλούζουν με τ΄άνθη τα λευκά. Κι όμως στρώσε το κρεβάτι, άναψε φωτιά, χωρίς εσένα η θύελλα μαίνεται μες στην καρδιά".
Εικόνα
Ο λόγος για το χυμένο γάλα (1967), μτφρ.-απόδοση: Ρανελέ Ι 1 Ως τα Χριστούγεννα πορεύτηκα με άδεια τσέπη. Ο εκδότης καθυστερεί να βγάλει τα δικά μου έπη. Της Μόσχας το καλαντάρι απ΄το Κοράνι σέπει. Απόψε δε γίνεται να πάω κάπου σε γιορτή ούτε στου φίλου όπου κλαίνε τα βρέφη α καπέλα ούτε στο σπίτι φιλικό ούτε στη γνωστή κοπέλα. Όπου και αν πας θες χρήματα για πηγαινέλα. Παλουκώθηκα σε μια καρέκλα και τρέμω σύγκορμος απ΄την οργή. 2 Αχ, καταραμένη τέχνη του γραφιά. Το τηλέφωνο σιωπά , δίαιτα λοιπόν μπροστά. Μπορείς από το Συνδικάτο να πάρεις κάτι δανεικά – μα τούτο είναι σάμπως μια γυνή να σε συντηρεί. Το ν΄απολέσεις  την παρθενιά είναι λιγότερο κακό απ΄το να χάσεις ολότελα την ανεξαρτησιά. Θαρρώ είναι ευχάριστο να ψάχνει κανείς για υποψήφιο γαμπρό, ν΄ακούει την ευχή  «η ώρα ή καλή». 3 Ξέροντας την κοινωνική μου θέση η δική μου η μνηστή Πέντε χρόνια με ταΐζει αναβολή στην αναβολή. Και τώρα πού βρίσκεται ιδέα δεν έχω παραμι
Εικόνα
Αγώνας δρόμου, Ρόμπερτ Ροζντέστβενσκι σε μτφρ.-απόδοση: Ranele Δεν έτρεχε                     - πετούσε στους αιθέρες. με πρόσωπο μαγιάτικο   που αυλάκωναν δάκρυα-ρώγες.   Και τα μαλλιά της που ανέμιζαν έμοιαζαν με πύρινες φλόγες. Μόνο που δεν είχε καπνό, Κι όμως σε συνεπήρε ένα κύμα καυτό... Έτρεχε -             τρυφερή,                           ανοιχτή,                                   μια αιθέρια μορφή! Κουδούνιζε                     ίδια μ΄ένα νιόκοπο φλουρί που την αξία του αδημονεί να χαρεί... Χωρίς να το συνειδητοποιεί,                                                 η  κοπέλα βιαζόταν γυναίκα ν΄ανακηρυχθεί. Έτσι αποδιδράσκουν μονάχα οι δεσμώτες, στο μετρό ροβολούν οι φίλαθλοι και οι θιασώτες. Κι ήταν ο στηθόδεσμός της μία μόλις γραμμή - σαν του τέρματος η κορδέλα -                                                     στενή. 1969