Οδυσσέας προς Τηλέμαχο, Ιωσήφ Μπρόντσκι (μτφρ. Ρανελέ)


Τηλέμαχέ μου,

ο πόλεμος στην Τροία 

έχει επιτέλους τερματιστεί. Ποιοι είναι οι νικητές – τούτο μου ξεφεύγει.

Μάλλον οι Έλληνες:  ποιοι άλλοι είναι ικανοί για χάρη μιας νίκης τόσους νεκρούς ν΄αφήσουνε μακριά απ΄την εστία πατρική… 

Εντούτοις ο νόστος 

μου΄χει φανεί απίστευτα μακρύς,

σάμπως ο Ποσειδών καθώς εμείς εκεί αγωνιζόμασταν εκμηδενίζοντας την έννοια του χρόνου, για αντιστάθμισμα είχε διαστείλει στο έπακρο της θάλασσας το χώρο.

Δε γνωρίζω μήτε πού βρίσκομαι, μήτε το μέρος που αντικρίζω. Ένα ρυπαρό νησί,

κάτι θάμνοι, χαμόσπιτα τριγύρω, γρυλίσματα των χοίρων,

ένας χορταριασμένος κήπος, κάποια βασίλισσα, 

παντού βράχια και χορτάρια…  

Αγαπημένε μου Τηλέμαχε,

όλα τα νησιά του κόσμου μοιάζουν μεταξύ τους, 

σαν ταξιδεύεις για πολύ, 

ο νους τα κύματα μετρώντας ξαστοχεί, 

το μάτι από τον ατέλειωτο ορίζοντα θολώνει τσιμπλιασμένο 

και της θαλάσσης η σάρκα πλαδαρή σκεπάζει την ακοή.

Δε θυμάμαι πώς τέλειωσε ο πόλεμος,

μήτε πόσο είσαι τώρα.


Τηλέμαχε, μεγάλωσε να γίνεις άντρας. 

Μονάχα οι θεοί γνωρίζουν αν ανταμώσουμε ποτέ ξανά. 

Δεν είσαι πια κείνο το βυζασταρούδι, 

μπρος στο οποίο είχα συγκρατήσει τα βόδια καματερά. 

Εάν δεν πετύχαινε το κόλπο του Παλαμήδη, θα ζούσαμε μαζί. 

Αλλά και πάλι ίσως ορθά να είχε πράξει κείνος: δίχως εμένα, 

έχεις γλιτώσει απ΄του Οιδίποδα τα πάθη 

και η αμαρτία, Τηλέμαχέ μου, δε σκιάζει τα ονείρατά σου.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο