Αλεξάντερ Πούσκιν
Η επιστολή της Τατιάνας προς Ονέγκιν (απόσπασμα από έμμετρο μυθιστόρημα "Ευγένι Ονέγκιν")
μετάφραση-απόδοση: Ρανελέ
Σου γράφω - τι πιο φανερό;
Τι περισσότερο να πω;
Και τώρα έχεις κάθε λόγο
Να με περιφρονείς σκληρά.
Μα έχοντας μια στάλα πόνο
Προς μοίρα μου τη δυστυχή,
Θα μ' αφήσεις μοναχή;
Πρώτα ήθελα να το κρατήσω μυστικό.
Πιστέψτε: τη δική μου την ντροπή
Δε θα μαθαίνατε ποτέ ενόσω ζω,
Σαν είχα την ελπίδα μοναχά
Έστω σπάνια, έστω ανά βδομάδα μια φορά
Να σας βλέπω στο δικό μας το χωριό,
Μονάχα να ακούω τη δική σας τη φωνή,
Να σας μιλώ, καμία κουβέντα και μετά,
Όλο να σκέφτομαι, να σκέφτομαι σερί,
Μέρα νύχτα ώσπου να σας δω ξανά.
Μα λένε πως είστε πλάσμα μοναχικό.
Μες στο χωριό όλα σας φαντάζουν βαρετά,
Κι εμείς... ούτε διαπρέπουμε σε κάτι κοσμικό,
Κι όμως δεχόμαστε εσάς όλο χαρά.
Ποιος ο λόγος να μας επισκεφτείς;
Μες στο ξεχασμένο απ' τον κόσμο μας χωριό
Δε θα σας γνώριζα ποτέ, μα να χαρείς,
Δε θα δοκίμαζα μήτε το βάσανο πικρό
Μήτε την αναστάτωση της άπειρης ψυχής.
Ποιος ξέρει ίσως συν τω χρόνω
Θα έβρισκα τον φίλο της καρδιάς,
Ίσως να γινομουν σύζυγος πιστή και μόνο
όπως και μια σωστή μητέρα της παρηγοριάς.
Άλλος; ... Όχι σε κανέναν σε όλον τον ντουνιά
Δε θα' δινα τη δική μου την καρδιά!
Αυτό ψηλά έχει αποφασιστεί...
Είμαι δική σου: είναι του ουρανού βουλή.
Ήταν γραφτό να γεννηθώ
Ώστε με σένα να συναντηθώ.
Το ξέρω, μου' χεις σταλεί απ' το Θεό
Και ως τον τάφο θα σ' έχω άγγελο και φυλαχτό...
Στα όνειρα μου ερχόσουν σαν μια οπτασία,
Αν και θολή ακόμα η μορφή μού ήταν ήδη ποθητή,
Το βλέμμα σου με βασάνιζε με ακολασία,
Η φωνή σου αντηχούσε μέσα στην ψυχή.
Κάποτε... όχι δεν ήταν όνειρο αυτό!
Με το που μπήκες σε αναγνώρισα αυτοστιγμεί,
Όλη μούδιασα, ξάναψα από ενθουσιασμό,
Αυτός είναι: τ' ομολόγησα μες στην ψυχή!
Δεν είναι αλήθεια τάχα; Σε άκουγα από παλιά:
Μου μίλαγες μες στη σιωπή,
Σαν βοηθούσα τη φτωχολογιά
Ή καταλάγιαζα με προσευχή
Την αναστατωμένη μου ψυχή;
Και τούτην την ίδια τη στιγμή
Δεν ήσουν συ, γλυκιά μου οπτασία,
Που αχνοφάνηκες εδώ στην ξαστεριά
Και στάθηκες σιγά στης κλίνης την κεφαλή;
Δε ήσουν συ που μ' αγάπη και χαρά
Ελπίδας λόγια μου ψιθύρισες στ' αυτί;
Ποιος είσαι τελικά,
Ο φύλακας - άγγελος πιστός
Ή διαφθορεάς πονηρός:
Ας πάψεις τις αμφιβολίες κάθε λογής.
Ίσως όλα είναι ένα παιχνίδι στο μυαλό,
Ξεγέλασμα μιας άπειρης ψυχής
Και είναι κάτι άλλο να συμβεί γραφτό...
Τι να γίνει! Τη μοίρα μου εις το εξής
Στα δικά σου παραδίδω χέρια,
Μπροστά σε σένα χύνω τα δάκρυα ψυχής
Την προστασία σου γυρεύω...
Φαντάσου: είμαι μοναχή,
Δε με νογα κανείς εδώ,
Νιώθω να μου σαλεύει το μυαλό
Να αργοπεθαίνω στη σιωπή.
Σε περιμένω: με μόνη σου ματιά
Ζωντάνεψε ελπίδες στην καρδιά
Ή κόψε τον ύπνο μου βαθύ.
Αλίμονο, με κατηγόρια δίκαιη και λογική!
Τελειώνω! Φοβάμαι να διαβάσω την επιστολή...
Παγώνω από φόβο και ντροπή...
Μα η εγγύηση για μένα είναι η δική σας η τιμή,
Με θάρρος παραδίδομαι σ' εκείνη.
1833
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου